- φλογίστρα
- φλογίστρᾱ , φλογίστραplace where swine are singedfem nom/voc/acc dualφλογίστρᾱ , φλογίστραplace where swine are singedfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φλογίστρα — ἡ, ΜΑ Ο τόπος όπου καψάλιζαν τους χοίρους. [ΕΤΥΜΟΛ. < φλογίζω + κατάλ. τρα (πρβλ. θερμάσ τρα)] … Dictionary of Greek
φλογίστραι — φλογίστρᾱͅ , φλογίστρα place where swine are singed fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλογίστραις — φλογίστρα place where swine are singed fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-τρο(ν) — ΝΜΑ επίθημα.ουδέτερων ουσιαστικών όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που εμφανίζεται ήδη σε αρχαιότατα κείμενα, έχει μεγάλη παραγωγική δύναμη, κυρίως στην Αρχαία, και απαντά σε 200 περίπου ουσιαστικά. Το επίθημα ουδετέρου τρον, όπως και τα… … Dictionary of Greek